Επιδοκιμάζω στα φινλανδικά

Μετάφραση: επιδοκιμάζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
taputus, yhtyä, ylistää, kannattaa, taputtaa, hyväksyä, taata, hyväksyy, hyväksyttävä, hyväksymään, hyväksy
Επιδοκιμάζω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδοκιμάζω

επιδοκιμάζω λεξικο, επιδοκιμάζω προταση, επιδοκιμάζω σημασια, επιδοκιμάζω συνώνυμο, επιδοκιμάζω συνώνυμα, επιδοκιμάζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επιδοκιμάζω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • επιδικάζω στα φινλανδικά - päättää, ratkaista, adjudge, katsoa jksk, jksk
  • επιδιώκω στα φινλανδικά - jatkaa, osallistua, seurata, kosiskella, Woo, Woon, pu, ...
  • επιδοκιμασία στα φινλανδικά - hyväksyntä, hyväksyminen, suosionosoitukset, aplodit, Suosionosoituksia, taputuksia, Applause
  • επιδοτώ στα φινλανδικά - tukea, tukemaan, tukemiseen, tuetaan, tukemista
Τυχαίες λέξεις
Επιδοκιμάζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: taputus, yhtyä, ylistää, kannattaa, taputtaa, hyväksyä, taata, hyväksyy, hyväksyttävä, hyväksymään, hyväksy