Τρίζω στα λατινικά
Μετάφραση: τρίζω, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
crepito
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρίζω
τρίζω δόντια, τρίζω τα δόντια στον ύπνο, τρίζω τα δόντια μου, τρίζω τα δόντια, τρίζω συνώνυμα, τρίζω λεξικό γλώσσας λατινικά, τρίζω στα λατινικά
Τυχαίες λέξεις
Τρίζω στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: crepito
Μεταφράσεις: crepito