Τρίζω στα ολλανδικά

Μετάφραση: τρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kraken, arbeiden, snappen, krassen, keuvelen, praten, piepen, knarsen, knersen, haperingen, creak, gekraak
Τρίζω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρίζω

τρίζω δόντια, τρίζω τα δόντια στον ύπνο, τρίζω τα δόντια μου, τρίζω τα δόντια, τρίζω συνώνυμα, τρίζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τρίζω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τρίαινα στα ολλανδικά - drietand, Trident, van Trident, drietand van
  • τρίβω στα ολλανδικά - schaven, wrijven, aanstrijken, uitwrijven, afschaven, RUB, wrijf, ...
  • τρίλια στα ολλανδικά - nitrillen, nitrilen, nitril
  • τρίμηνο στα ολλανδικά - uitdrukking, vakterm, term, kwartaal, kwart, wijk, kwartaal van, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρίζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kraken, arbeiden, snappen, krassen, keuvelen, praten, piepen, knarsen, knersen, haperingen, creak, gekraak