Επιδεξιότητα στα λετονικά

Μετάφραση: επιδεξιότητα, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
veiklība, veiklību, veiklības, izveicība
Επιδεξιότητα στα λετονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιδεξιότητα

επιδεξιότητα συνώνυμα, επιδεξιότητα με τουσ ανθρώπουσ, επιδεξιότητα με το ποντίκι, επιδεξιότητα ορισμός, επιδεξιότητα λεξικό γλώσσας λετονικά, επιδεξιότητα στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • επιδεικτικός στα λετονικά - košs, efektīgs
  • επιδεινώνω στα λετονικά - pasliktināt, pasliktināties, pasliktina, pastiprinās, pasliktinās, saasinās, saasina
  • επιδικάζω στα λετονικά - piespriest, atzīt, spriež, spriest, piespriež
  • επιδιώκω στα λετονικά - bildināt, woo, Vū, censties sasniegt, tiekties pēc
Τυχαίες λέξεις
Επιδεξιότητα στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: veiklība, veiklību, veiklības, izveicība