Καυστικός στα λετονικά

Μετάφραση: καυστικός, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
prostitūta, svelmains, karsts
Καυστικός στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καυστικός

καυστικόσ αγγλικα, καυστικός συνώνυμο, καυστικός πόνος, καυστικός συνώνυμα, καυστικός σημασία, καυστικός λεξικό γλώσσας λετονικά, καυστικός στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • καυσαέριο στα λετονικά - pīpēt, smēķēt, dūmi, izplūdes, izplūdes gāzu, nosūces, izplūdes gāzes
  • καυστήρας στα λετονικά - katls, deglis, rakstītājs, degļa, degli, deglim
  • καυτερός στα λετονικά - degšana, dedzināšana, degšanas, sadedzināšana, dedzināšanas
  • καυτηριάζω στα λετονικά - izkaltēt, sauss, piededzināt, notrulināt, sprūda svira
Τυχαίες λέξεις
Καυστικός στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: prostitūta, svelmains, karsts