Οξύθυμος στα λετονικά
Μετάφραση: οξύθυμος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
viegli sakaitināms, aizkaitināms
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύθυμος
οξύθυμος άντρας, οξύθυμος συνώνυμα, οξύθυμος συνώνυμο, οξύθυμος αγγλικά, οξύθυμος ψυχολογία, οξύθυμος λεξικό γλώσσας λετονικά, οξύθυμος στα λετονικά
Μεταφράσεις
- οξυδερκής στα λετονικά - lielisks, gudrs, uztveres, domātāji, nu uztveres
- οξύ στα λετονικά - skābs, skābe, skābes, acid, skābi, skābju
- οξύνοια στα λετονικά - astuteness
- οξύνω στα λετονικά - pasliktināt, pasliktināties, asināt, asāku, dziļāku, uzasināt, saasināt
Τυχαίες λέξεις
Οξύθυμος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: viegli sakaitināms, aizkaitināms
Μεταφράσεις: viegli sakaitināms, aizkaitināms