Οξύθυμος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: οξύθυμος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
запальчывы, гарачы, магу пагарачыцца, пагарачыцца
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύθυμος
οξύθυμος άντρας, οξύθυμος συνώνυμα, οξύθυμος συνώνυμο, οξύθυμος αγγλικά, οξύθυμος ψυχολογία, οξύθυμος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, οξύθυμος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- οξυδερκής στα λευκορωσικά - успрымальны, ўспрымальны
- οξύ στα λευκορωσικά - кіслата, кіслаты
- οξύνοια στα λευκορωσικά - праніклівасць, праніклівыя, прадбачлівыя, празорлівасць
- οξύνω στα λευκορωσικά - тачыць, вастрыць, каб вастрыць аб, вастрыць аб, капаць
Τυχαίες λέξεις
Οξύθυμος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: запальчывы, гарачы, магу пагарачыцца, пагарачыцца
Μεταφράσεις: запальчывы, гарачы, магу пагарачыцца, пагарачыцца