Οξύθυμος στα φινλανδικά

Μετάφραση: οξύθυμος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
äkäinen, kiukkuinen, kärttyisä, irascible, kiivasluonteinen
Οξύθυμος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οξύθυμος

οξύθυμος άντρας, οξύθυμος συνώνυμα, οξύθυμος συνώνυμο, οξύθυμος αγγλικά, οξύθυμος ψυχολογία, οξύθυμος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, οξύθυμος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • οξυδερκής στα φινλανδικά - aulis, ovela, terävä, akuutti, pureva, sukkela, aksenttimerkki, ...
  • οξύ στα φινλανδικά - hapan, hapot, happo, karvas, hapon, happoa, acid, ...
  • οξύνοια στα φινλανδικά - vainu, astuteness, neuvokkuudesta
  • οξύνω στα φινλανδικά - ärsyttää, terävöittää, teroittaa, sharpen, teroita, terävöittämiseksi
Τυχαίες λέξεις
Οξύθυμος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: äkäinen, kiukkuinen, kärttyisä, irascible, kiivasluonteinen