Πειθαρχικός στα λετονικά

Μετάφραση: πειθαρχικός, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
disciplinārs, disciplināro, disciplināro procedūru sākšanu, disciplinārās, disciplinārā
Πειθαρχικός στα λετονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειθαρχικός

πειθαρχικός κώδικας εκπαιδευτικών, πειθαρχικός κανονισμός επο, πειθαρχικός έλεγχος, πειθαρχικός έλεγχος δικαστών, πειθαρχικός κώδικας, πειθαρχικός λεξικό γλώσσας λετονικά, πειθαρχικός στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • πειθαναγκάζω στα λετονικά - piespiedu, piespiesti, piespiesta, piespiedusi, piespiež
  • πειθαρχία στα λετονικά - disciplinētība, disciplīna, disciplīnu, disciplīnas, nozare
  • πειθαρχώ στα λετονικά - disciplīna, disciplinētība, disciplīnu, disciplīnas, nozare
  • πειθώ στα λετονικά - viedoklis, uzskats, domas, pārliecināšana, pārliecināšanas, pārliecība, Persuasion, ...
Τυχαίες λέξεις
Πειθαρχικός στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: disciplinārs, disciplināro, disciplināro procedūru sākšanu, disciplinārās, disciplinārā