Απάθεια στα λευκορωσικά

Μετάφραση: απάθεια, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
апатыя, абыякавасць, яго абыякавасць
Απάθεια στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απάθεια

απάθεια συνώνυμο, απάθεια συνώνυμα, συναισθηματική απάθεια, απάθεια αντωνυμο, πολιτική απάθεια, απάθεια λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, απάθεια στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αξονικός στα λευκορωσικά - восевай, восевы, восевага, восевых, осевой
  • απάγω στα λευκορωσικά - шмыгнуць, юркнуць
  • απάνθρωπα στα λευκορωσικά - бесчалавечны, нялюдскі, бесчалавечы, нечалавечае
  • απάνθρωπος στα λευκορωσικά - бесчалавечны, нялюдскі, бесчалавечы, нечалавечае
Τυχαίες λέξεις
Απάθεια στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: апатыя, абыякавасць, яго абыякавасць