Απάθεια στα ουκρανικά

Μετάφραση: απάθεια, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
апатія
Απάθεια στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απάθεια

απάθεια συνώνυμο, απάθεια συνώνυμα, συναισθηματική απάθεια, απάθεια αντωνυμο, πολιτική απάθεια, απάθεια λεξικό γλώσσας ουκρανικά, απάθεια στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αξονικός στα ουκρανικά - аксіальна, аксіальне, осьовий, аксіальний, осьової, осьовій, осьового, ...
  • απάγω στα ουκρανικά - викрадати, викрасти, відводити, викрадіть, красти, прошмигнути, шмигнути
  • απάνθρωπα στα ουκρανικά - безжально, жорстоко, безжалісно, болісно, болюче, нелюдський, нелюдяний, ...
  • απάνθρωπος στα ουκρανικά - жахливий, безжальний, негостинний, жорстокий, суворий, затверділий, мозолястий, ...
Τυχαίες λέξεις
Απάθεια στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: апатія