Απειλητικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: απειλητικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пагрозлівы, пагражальны, пагражае, які пагражае, пагрозны
Απειλητικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απειλητικός

απειλητικόσ συνώνυμα, απειλητικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, απειλητικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • απεικόνιση στα λευκορωσικά - апісанне, Аўтар, апісаньне, Катэгорыя
  • απειλή στα λευκορωσικά - пагроза
  • απειλώ στα λευκορωσικά - Гектар, Гектор
  • απειρία στα λευκορωσικά - нявопытнасць, неспрактыкаванасць, недасьведчанасьць, неспрактыкаваны
Τυχαίες λέξεις
Απειλητικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пагрозлівы, пагражальны, пагражае, які пагражае, пагрозны