Απειλητικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: απειλητικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
grėsmingas, grasinantis, pavojinga, pavojingas, pavojingą
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απειλητικός
απειλητικόσ συνώνυμα, απειλητικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, απειλητικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- απεικόνιση στα λιθουανικά - portretas, atvaizdas, vaizdavimas, vaizdavimo, pavaizdavimas, paveikslas
- απειλή στα λιθουανικά - grėsmė, grėsmę, grėsmės, pavojus, grėsme
- απειλώ στα λιθουανικά - grėsti, peštukas, Hector, Hectoro, gąsdinti, kalbėti valdingu tonu
- απειρία στα λιθουανικά - nepatyrimas, Nepatyręs, nepatyrimu, nepatyrimo, Patirties stoka
Τυχαίες λέξεις
Απειλητικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: grėsmingas, grasinantis, pavojinga, pavojingas, pavojingą
Μεταφράσεις: grėsmingas, grasinantis, pavojinga, pavojingas, pavojingą