Απειλητικός στα ρωσικά

Μετάφραση: απειλητικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
угрожающий, грозящий, грозный, нависший, ощетинившийся, угрозы, угрожающих, угрожающей, угрожающим
Απειλητικός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απειλητικός

απειλητικόσ συνώνυμα, απειλητικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, απειλητικός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • απεικόνιση στα ρωσικά - показ, опротестование, представление, утверждение, описание, представительство, изображение, ...
  • απειλή στα ρωσικά - угроза, устрашение, опасность, угрозу, угрозы, угрозой
  • απειλώ στα ρωσικά - грозиться, пригрозить, предвещать, грозить, угрожать, Гектор, Hector, ...
  • απειρία στα ρωσικά - неопытность, неискушенность, неопытности, неопытностью, опыта у, Отсутствие опыта
Τυχαίες λέξεις
Απειλητικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: угрожающий, грозящий, грозный, нависший, ощетинившийся, угрозы, угрожающих, угрожающей, угрожающим