Αποφασίζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αποφασίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вырашыць
Αποφασίζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποφασίζω

αποφασίζω συνώνυμα, αποφασίζω συνώνυμο, αποφασίζω ετυμολογία, αποφασίζω english, αποφασίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αποφασίζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αποφάγια στα λευκορωσικά - рэшткі, астаткі, рэшту
  • αποφαίνομαι στα λευκορωσικά - абвяшчаць, apofainomai
  • αποφασισμένος στα λευκορωσικά - пэўны, вызначаны
  • αποφασιστικός στα λευκορωσικά - вырашальны, рашаючы, вырашае, рашучы
Τυχαίες λέξεις
Αποφασίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вырашыць