Αποφασίζω στα κροατικά

Μετάφραση: αποφασίζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
određivanje, hrabrost, vladati, razbiti, određuje, određivati, ocijeniti, odlučivati, odlučiti, ravnalo, pravilnika, statut, ustav, odlučite, odlučuje, se odlučite, odluče
Αποφασίζω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποφασίζω

αποφασίζω συνώνυμα, αποφασίζω συνώνυμο, αποφασίζω ετυμολογία, αποφασίζω english, αποφασίζω λεξικό γλώσσας κροατικά, αποφασίζω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • αποφάγια στα κροατικά - slomiti, mrvica, komadić, svađa, odlomak, ostaci, ostataka, ...
  • αποφαίνομαι στα κροατικά - dosuditi, apofainomai
  • αποφασισμένος στα κροατικά - odvažan, riješen, nepokolebljiv, čvrst, odlučan, određuje, odrediti, ...
  • αποφασιστικός στα κροατικά - odlučan, odlučujući, presudan, odlučujuće, odlučujuća
Τυχαίες λέξεις
Αποφασίζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: određivanje, hrabrost, vladati, razbiti, određuje, određivati, ocijeniti, odlučivati, odlučiti, ravnalo, pravilnika, statut, ustav, odlučite, odlučuje, se odlučite, odluče