Αποφασίζω στα σλοβενικά
Μετάφραση: αποφασίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ustanovit, vláda, ugotoviti, načelo, odloči,, odloča, odloči, odločiti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποφασίζω
αποφασίζω συνώνυμα, αποφασίζω συνώνυμο, αποφασίζω ετυμολογία, αποφασίζω english, αποφασίζω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, αποφασίζω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- αποφάγια στα σλοβενικά - ostanke, ostanki, presežki, še ostanki, obreznine
- αποφαίνομαι στα σλοβενικά - apofainomai
- αποφασισμένος στα σλοβενικά - določi, določena, določen, določiti, določeno
- αποφασιστικός στα σλοβενικά - odločilni, odločilno, odločilna, odločilen, odločilnega
Τυχαίες λέξεις
Αποφασίζω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: ustanovit, vláda, ugotoviti, načelo, odloči,, odloča, odloči, odločiti
Μεταφράσεις: ustanovit, vláda, ugotoviti, načelo, odloči,, odloča, odloči, odločiti