Βία στα λευκορωσικά

Μετάφραση: βία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цягнуць, штурхаць, гвалт, насілле, гвалту, насільле
Βία στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βία

σχολική βία, ενδοσχολική βία, βια, βία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βία στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • βήχας στα λευκορωσικά - кашаль, кашель
  • βήχω στα λευκορωσικά - кашаль, кашель
  • βίαιος στα λευκορωσικά - моцны, моцным, дужы
  • βίδα στα λευκορωσικά - шруба, шрубу, вінт
Τυχαίες λέξεις
Βία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: цягнуць, штурхаць, гвалт, насілле, гвалту, насільле