Βία στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: βία, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
силата, насилството, насилство, на насилство, на насилството
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βία
σχολική βία, ενδοσχολική βία, βια, βία λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βία στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- βήχας στα σλαβομακεδονικά - кашлица, кашлицата, кашлање, на кашлица
- βήχω στα σλαβομακεδονικά - кашлица, кашлицата, кашлање, на кашлица
- βίαιος στα σλαβομακεδονικά - насилно, насилен, насилни, насилниот, насилните
- βίδα στα σλαβομακεδονικά - завртка, завртката, шраф, навој, винтови
Τυχαίες λέξεις
Βία στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: силата, насилството, насилство, на насилство, на насилството
Μεταφράσεις: силата, насилството, насилство, на насилство, на насилството