Βενζίνη στα λευκορωσικά

Μετάφραση: βενζίνη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бензін, бэнзін
Βενζίνη στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βενζίνη

βενζίνη στη βουλγαρία, βενζίνη super lrp, βενζίνη ονειροκρίτης, βενζίνη super, βενζίνη τιμή, βενζίνη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βενζίνη στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • βελτιώνω στα λευκορωσικά - меліяраваць, будзе меліяраваць
  • βελόνα στα λευκορωσικά - шпiлька, голка, іголка, іголкі, іголкай
  • βεντάλια στα λευκορωσικά - вентылятар, вентылятарам, вентылятара
  • βεντούζα στα λευκορωσικά - прымяненне, ўжыванне, ужыванне, выкарыстанне
Τυχαίες λέξεις
Βενζίνη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: бензін, бэнзін