Διαρρήκτης στα λευκορωσικά

Μετάφραση: διαρρήκτης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
узломшчык, ўзломшчык
Διαρρήκτης στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρρήκτης

διαρρήκτης μαχαίρωσε τον τάσο μητρόπουλο μέσα στο σπίτι του, διαρρήκτης μπήκε σε σπίτι στρατιωτικού με μαύρη ζώνη, διαρρήκτης στα αγγλικα, διαρρήκτης μεταφραση, διαρρήκτησ αυτιάσ, διαρρήκτης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διαρρήκτης στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • διαρκώ στα λευκορωσικά - цярпець, трываць, терпеть
  • διαρρέω στα λευκορωσικά - прасочвацца, пранікаць
  • διαρροή στα λευκορωσικά - ўцечка, уцечка
  • διαρρύθμιση στα λευκορωσικά - размяшчэнне, Месца
Τυχαίες λέξεις
Διαρρήκτης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: узломшчык, ўзломшчык