Διαρρήκτης στα ουκρανικά

Μετάφραση: διαρρήκτης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
грабіжник, зломщик, взломщик, хакер, зломник
Διαρρήκτης στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρρήκτης

διαρρήκτης μαχαίρωσε τον τάσο μητρόπουλο μέσα στο σπίτι του, διαρρήκτης μπήκε σε σπίτι στρατιωτικού με μαύρη ζώνη, διαρρήκτης στα αγγλικα, διαρρήκτης μεταφραση, διαρρήκτησ αυτιάσ, διαρρήκτης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαρρήκτης στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διαρκώ στα ουκρανικά - ласо, терпіти, зазнавати, терпітиме
  • διαρρέω στα ουκρανικά - ліги, просочіться, просочуватися, проникати, просочуватись, просочуватиметься
  • διαρροή στα ουκρανικά - просочуватися, витік, теча, ліги, витікання, відплив, просочування, ...
  • διαρρύθμιση στα ουκρανικά - миряни, розташування, Розміщення, Місцезнаходження, прихильність, місце
Τυχαίες λέξεις
Διαρρήκτης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: грабіжник, зломщик, взломщик, хакер, зломник