Διαρρήκτης στα φινλανδικά

Μετάφραση: διαρρήκτης, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
murtovaras, varkaudenesto, burglar, murto-, murtohälytin
Διαρρήκτης στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρρήκτης

διαρρήκτης μαχαίρωσε τον τάσο μητρόπουλο μέσα στο σπίτι του, διαρρήκτης μπήκε σε σπίτι στρατιωτικού με μαύρη ζώνη, διαρρήκτης στα αγγλικα, διαρρήκτης μεταφραση, διαρρήκτησ αυτιάσ, διαρρήκτης λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διαρρήκτης στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαρκώ στα φινλανδικά - uusimmat, äärimmäinen, viimeinen, lopullinen, edellinen, myöhemmin, viime, ...
  • διαρρέω στα φινλανδικά - valua, tihkua, vuotaa, vuoto, seep, valuu, tihkuvat
  • διαρροή στα φινλανδικά - valua, vuoto, vuotaa, vuodon, vuotoja, vuotojen, vuotoa
  • διαρρύθμιση στα φινλανδικά - ulkoasu, taitto, layout, asettelu, asettelua, asettelun
Τυχαίες λέξεις
Διαρρήκτης στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: murtovaras, varkaudenesto, burglar, murto-, murtohälytin