Δοκιμάζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: δοκιμάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
спрабаваць
Δοκιμάζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοκιμάζω

δοκιμάζω κουρέματα, δοκιμάζω συνωνυμο, δοκιμάζω συνώνυμα, δοκιμάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δοκιμάζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • δοκίμια στα λευκορωσικά - эсэ, эссе
  • δοκίμιο στα λευκορωσικά - доказ, доказам, доказы
  • δοκιμασία στα λευκορωσικά - суд
  • δοκιμαστικός στα λευκορωσικά - суд
Τυχαίες λέξεις
Δοκιμάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: спрабаваць