Δοκιμάζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: δοκιμάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pavyzdys, tikrinti, pastangos, pastanga, bandinys, mėginys, bandymas, pabandyti, išbandyti, bandyti, pabandykite, bandykite
Δοκιμάζω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοκιμάζω

δοκιμάζω κουρέματα, δοκιμάζω συνωνυμο, δοκιμάζω συνώνυμα, δοκιμάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δοκιμάζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δοκίμια στα λιθουανικά - rašinys, tikrinti, esė, rašiniai, rašinius, rašinių
  • δοκίμιο στα λιθουανικά - esė, rašinys, tikrinti, įrodymas, įrodymų, įrodymai, įrodymą
  • δοκιμασία στα λιθουανικά - teismas, bandymas, bandomasis, bandymus, tyrimas
  • δοκιμαστικός στα λιθουανικά - teismas, bandymas, bandomasis, bandymus, tyrimas
Τυχαίες λέξεις
Δοκιμάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pavyzdys, tikrinti, pastangos, pastanga, bandinys, mėginys, bandymas, pabandyti, išbandyti, bandyti, pabandykite, bandykite