Δοκιμάζω στα ρουμανικά
Μετάφραση: δοκιμάζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
proba, probă, tentativă, încerca, încercați, incerca, încerce, încercați să
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοκιμάζω
δοκιμάζω κουρέματα, δοκιμάζω συνωνυμο, δοκιμάζω συνώνυμα, δοκιμάζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, δοκιμάζω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- δοκίμια στα ρουμανικά - eseu, eseuri, eseurile, de eseuri, referate, eseurilor
- δοκίμιο στα ρουμανικά - eseu, dovadă, dovada, dovezi, probei, o dovadă
- δοκιμασία στα ρουμανικά - test, proces, studiu, încercare, judecată, trial
- δοκιμαστικός στα ρουμανικά - proces, studiu, încercare, judecată, trial
Τυχαίες λέξεις
Δοκιμάζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: proba, probă, tentativă, încerca, încercați, incerca, încerce, încercați să
Μεταφράσεις: proba, probă, tentativă, încerca, încercați, incerca, încerce, încercați să