Ενθουσιασμένος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ενθουσιασμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
узбуджаны, ўзбуджаны, узрушана, узрушаны
Ενθουσιασμένος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενθουσιασμένος

τόσο ενθουσιασμένοσ, πολύ ενθουσιασμένοσ, ενθουσιασμένος συνώνυμα, είμαι ενθουσιασμένοσ, ενθουσιασμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ενθουσιασμένος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ενθάρρυνση στα λευκορωσικά - заахвочванне, заахвочваньне, падтрымка
  • ενθαρρύνω στα λευκορωσικά - заахвочваць, падтрымліваць
  • ενθουσιασμός στα λευκορωσικά - энтузіязм, запал, цікавасць
  • ενθουσιώδης στα λευκορωσικά - захоплены, узнёслы, захоплена, захапляешся
Τυχαίες λέξεις
Ενθουσιασμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: узбуджаны, ўзбуджаны, узрушана, узрушаны