Κύρτωμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κύρτωμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выпукласць, выпуклае, выпукласьць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κύρτωμα
οσφυϊκό κύρτωμα, κνημιαίο κύρτωμα, ισχιακό κύρτωμα, ιερό κύρτωμα, κύρτωμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κύρτωμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κύριος στα λευκορωσικά - галоўны, галоўнае, галоўная
- κύρος στα λευκορωσικά - прэстыж
- κύρωση στα λευκορωσικά - санкцыя, санкцыю
- κύστη στα λευκορωσικά - мачавая, мачавы, мачавой, мочевой, мачавую
Τυχαίες λέξεις
Κύρτωμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: выпукласць, выпуклае, выпукласьць
Μεταφράσεις: выпукласць, выпуклае, выпукласьць