Κύρτωμα στα νορβηγικά
Μετάφραση: κύρτωμα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kul, pukkel, camber, cambervinkel, spenn, for Camber, i Camber
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κύρτωμα
οσφυϊκό κύρτωμα, κνημιαίο κύρτωμα, ισχιακό κύρτωμα, ιερό κύρτωμα, κύρτωμα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, κύρτωμα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- κύριος στα νορβηγικά - høvding, herre, sjef, mester, hoved, viktigste, main, ...
- κύρος στα νορβηγικά - makt, myndighet, fjes, grimase, stilling, kraft, autorisasjon, ...
- κύρωση στα νορβηγικά - bot, straff, sanksjon, reaksjon, sanksjons, sanksjoner, sanksjonen
- κύστη στα νορβηγικά - blære, blæren, urinblæren
Τυχαίες λέξεις
Κύρτωμα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: kul, pukkel, camber, cambervinkel, spenn, for Camber, i Camber
Μεταφράσεις: kul, pukkel, camber, cambervinkel, spenn, for Camber, i Camber