Μονόκλινος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μονόκλινος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адзін, адно
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονόκλινος
μονόκλινος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μονόκλινος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μοντέλο στα λευκορωσικά - мадэль, выкананне
- μοντέρνος στα λευκορωσικά - сучасны, сучасную
- μονός στα λευκορωσικά - адзін, адно
- μονότονος στα λευκορωσικά - манатонны, аднастайны, аднатонны, манатонная, манатонна
Τυχαίες λέξεις
Μονόκλινος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адзін, адно
Μεταφράσεις: адзін, адно