Μπλέκω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μπλέκω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пытацца, заблытваць, заблытвае
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπλέκω
μπλέκω με βελόνες, μπλέκω στα αγγλικά, πλέκω με βελονάκι, μπλέκω τα μπούτια μου, μπλέκω συνώνυμα, μπλέκω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μπλέκω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μπικουτί στα λευκορωσικά - бігудзі
- μπισκότο στα λευκορωσικά - печыва, пячэнне
- μπλε στα λευκορωσικά - блакiтны, тямны, сіні
- μπλούζα στα λευκορωσικά - блузка
Τυχαίες λέξεις
Μπλέκω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пытацца, заблытваць, заблытвае
Μεταφράσεις: пытацца, заблытваць, заблытвае