Μπλέκω στα ιταλικά

Μετάφραση: μπλέκω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
comportare, coinvolgere, implicare, impigliare, intrappolare, impigliarsi, entangle, coglierlo
Μπλέκω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπλέκω

μπλέκω με βελόνες, μπλέκω στα αγγλικά, πλέκω με βελονάκι, μπλέκω τα μπούτια μου, μπλέκω συνώνυμα, μπλέκω λεξικό γλώσσας ιταλικά, μπλέκω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • μπικουτί στα ιταλικά - cilindro, rullo, bigodino, curler, bigodino di, arricciacapelli, bigodino del
  • μπισκότο στα ιταλικά - biscotto, biscotti, biscuit, di biscotti, del biscotto
  • μπλε στα ιταλικά - blu, triste, azzurro, blue, celeste
  • μπλούζα στα ιταλικά - giubbotto, camicetta, blusa, camicia, della camicetta, la camicetta
Τυχαίες λέξεις
Μπλέκω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: comportare, coinvolgere, implicare, impigliare, intrappolare, impigliarsi, entangle, coglierlo