Μπλέκω στα λιθουανικά

Μετάφραση: μπλέκω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
reikėti, įklampinti, įsipainioti, įpainioti, susivelti, draikyti
Μπλέκω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπλέκω

μπλέκω με βελόνες, μπλέκω στα αγγλικά, πλέκω με βελονάκι, μπλέκω τα μπούτια μου, μπλέκω συνώνυμα, μπλέκω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μπλέκω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • μπικουτί στα λιθουανικά - velenas, volas, Tą, užrieskite, curler, kerlingo žaidėjas, Ketera bangos
  • μπισκότο στα λιθουανικά - sausainis, biskvitas, Sausainių, Biscuit, sausainiai
  • μπλε στα λιθουανικά - melsvas, žydras, mėlynas, mėlyna, mėlynos, blue, mėlynai
  • μπλούζα στα λιθουανικά - palaidinukė, palaidinė, palaidinės, palaidinę, palaidinukės
Τυχαίες λέξεις
Μπλέκω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: reikėti, įklampinti, įsipainioti, įpainioti, susivelti, draikyti