Ορυχείο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ορυχείο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
маё, мой, мая, мое, маю
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορυχείο
ορυχείο μαυροπηγής, ορυχείο ίψεν, ορυχείο στην τουρκία, ορυχείο χρυσού χαλκιδική, ορυχείο πεδίου αμυνταίου, ορυχείο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ορυχείο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ορυκτολογία στα λευκορωσικά - мінералогія, мінералогіі
- ορυκτό στα λευκορωσικά - мінеральная
- ορφανοτροφείο στα λευκορωσικά - сіроцтва, ранняе сіроцтва
- ορφανός στα λευκορωσικά - сірата, сіраціна
Τυχαίες λέξεις
Ορυχείο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: маё, мой, мая, мое, маю
Μεταφράσεις: маё, мой, мая, мое, маю