Ορυχείο στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ορυχείο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
каменоломот, јамата, рудникот, мини, рудник, мое, мој
Ορυχείο στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορυχείο

ορυχείο μαυροπηγής, ορυχείο ίψεν, ορυχείο στην τουρκία, ορυχείο χρυσού χαλκιδική, ορυχείο πεδίου αμυνταίου, ορυχείο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ορυχείο στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ορυκτολογία στα σλαβομακεδονικά - минералогијата
  • ορυκτό στα σλαβομακεδονικά - минерална, минералните, минерални, минерали, минерал
  • ορφανοτροφείο στα σλαβομακεδονικά - сиропиталиште, сиропиталиштето, дом, домот, дом за сираци
  • ορφανός στα σλαβομακεδονικά - сираче, сирак, сирачиња, без родители
Τυχαίες λέξεις
Ορυχείο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: каменоломот, јамата, рудникот, мини, рудник, мое, мој