Στρατιώτης στα λευκορωσικά

Μετάφραση: στρατιώτης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
салдат, салдатаў, жаўнераў
Στρατιώτης στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρατιώτης

στρατιώτης μπικάκης, στρατιώτησ στίχοι, στρατιώτης ποιητής, στρατιώτης του χειμώνα, στρατιώτης γονάτισε μπροστά από το άγαλμα του θ. κολοκοτρώνη, στρατιώτης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στρατιώτης στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • στρατηγός στα λευκορωσικά - генеральны, генэральны
  • στρατιωτικός στα λευκορωσικά - ваенны, вайсковы, вайсковец, ваенная
  • στρατολογία στα λευκορωσικά - прызыў на, прызы ¢ на
  • στρατολογώ στα λευκορωσικά - ўводзіць, уводзіць
Τυχαίες λέξεις
Στρατιώτης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: салдат, салдатаў, жаўнераў