Στρατιώτης στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: στρατιώτης, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
војник, војникот, војник на, војници
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρατιώτης
στρατιώτης μπικάκης, στρατιώτησ στίχοι, στρατιώτης ποιητής, στρατιώτης του χειμώνα, στρατιώτης γονάτισε μπροστά από το άγαλμα του θ. κολοκοτρώνη, στρατιώτης λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στρατιώτης στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- στρατηγός στα σλαβομακεδονικά - општо, општата, општи, општите, општа
- στρατιωτικός στα σλαβομακεδονικά - воена, војската, воени, воените, воен
- στρατολογία στα σλαβομακεδονικά - регрутацијата, регрутација, воениот рок, задолжителната воена обврска, регрутирање
- στρατολογώ στα σλαβομακεδονικά - индуцирам
Τυχαίες λέξεις
Στρατιώτης στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: војник, војникот, војник на, војници
Μεταφράσεις: војник, војникот, војник на, војници