Στρατιώτης στα λιθουανικά
Μετάφραση: στρατιώτης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kareivis, karys, Eilinis, kariai, kareivius
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρατιώτης
στρατιώτης μπικάκης, στρατιώτησ στίχοι, στρατιώτης ποιητής, στρατιώτης του χειμώνα, στρατιώτης γονάτισε μπροστά από το άγαλμα του θ. κολοκοτρώνη, στρατιώτης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στρατιώτης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στρατηγός στα λιθουανικά - visuotinis, generolas, bendras, apskritai, bendra, bendrojo, bendrasis
- στρατιωτικός στα λιθουανικά - karinis, karinės, karinė, karinio, karo
- στρατολογία στα λιθουανικά - prievolė, šaukimas, karo prievolė, jaunuolių šaukimą, jaunuolių šaukimą į
- στρατολογώ στα λιθουανικά - atskleisti, oficialiai priimti į, oficialiai priimti į tarnybą, Nosēdināt, supažindinti
Τυχαίες λέξεις
Στρατιώτης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kareivis, karys, Eilinis, kariai, kareivius
Μεταφράσεις: kareivis, karys, Eilinis, kariai, kareivius