Τρυπώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: τρυπώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кран
Τρυπώ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρυπώ

χτυπώ αγγλικά, χτυπώ συνώνυμα, τρυπώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τρυπώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • τρούφα στα λευκορωσικά - труфель, трюфель
  • τρυπάνι στα λευκορωσικά - дрыль, дрель
  • τρυφερός στα λευκορωσικά - любіць, які любіць, кахаючы, хто любіць, любячы
  • τρυφερότητα στα λευκορωσικά - пяшчота, пяшчоту, нежность, пяшчотнасць
Τυχαίες λέξεις
Τρυπώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кран