Τρυπώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: τρυπώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
чешма, од чешма, допрете, славината, чешмата
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρυπώ
χτυπώ αγγλικά, χτυπώ συνώνυμα, τρυπώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τρυπώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- τρούφα στα σλαβομακεδονικά - тартуфа, тартуфи, тартуфот, тартуфи го, truffle
- τρυπάνι στα σλαβομακεδονικά - вежба, вежбата, бормашина, дупчалка, воена вежба
- τρυφερός στα σλαβομακεδονικά - љубов, сакањето, полн со љубов, љубовен, љуби
- τρυφερότητα στα σλαβομακεδονικά - нежност, нежноста, нежности, осетливост, осетливост на
Τυχαίες λέξεις
Τρυπώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: чешма, од чешма, допрете, славината, чешмата
Μεταφράσεις: чешма, од чешма, допрете, славината, чешмата