Τρυπώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: τρυπώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
jongeheer, snikkel, pik, prikken, leuter, schram, steken, tap, kraan, tik, tikken, tik op
Τρυπώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρυπώ

χτυπώ αγγλικά, χτυπώ συνώνυμα, τρυπώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τρυπώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τρούφα στα ολλανδικά - truffel, truffels, truffle, truffel van, de truffel
  • τρυπάνι στα ολλανδικά - boor, boormachine, boren, drill, zaaimachine
  • τρυφερός στα ολλανδικά - teder, teer, aanbod, offerte, aanbesteding, gunning, liefhebbend, ...
  • τρυφερότητα στα ολλανδικά - emotie, genegenheid, gemoedsbeweging, affect, aandoening, tederheid, gevoeligheid, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρυπώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: jongeheer, snikkel, pik, prikken, leuter, schram, steken, tap, kraan, tik, tikken, tik op