Φασόλι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: φασόλι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
фасолю, фасоля, фасоль
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φασόλι
φασόλι καλλιέργεια, φασόλι ποικιλίες, φασόλι πάτρα, φασόλι ροβίτσα, φασόλι ιπποκράτους, φασόλι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, φασόλι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- φασκομηλιά στα λευκορωσικά - мудрэц, мудрец, мудраца
- φασκόμηλο στα λευκορωσικά - мудрэц, мудрец, мудраца
- φατρία στα λευκορωσικά - фракцыя, фракцыі
- φαυλότητα στα λευκορωσικά - зласлівасць
Τυχαίες λέξεις
Φασόλι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: фасолю, фасоля, фасоль
Μεταφράσεις: фасолю, фасоля, фасоль