Ωθώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ωθώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
штурхаць, ад сябе
Ωθώ στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωθώ

καθώς συνώνυμα, ωθώ english, ωθώ συνώνυμα, ωθώ λεξικο, ωθώ στα αγγλικά, ωθώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ωθώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ψώρα στα λευκορωσικά - кароста
  • ωάριο στα λευκορωσικά - яйка, яйцо
  • ωκεανός στα λευκορωσικά - акіян, океан
  • ωμός στα λευκορωσικά - сыравіну, сыравіна, сыравіне
Τυχαίες λέξεις
Ωθώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: штурхаць, ад сябе