Ωθώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: ωθώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
súgás, haladéktalan, lökés, nyomja, tolja, nyomógomb, lökést
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωθώ
καθώς συνώνυμα, ωθώ english, ωθώ συνώνυμα, ωθώ λεξικο, ωθώ στα αγγλικά, ωθώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ωθώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ψώρα στα ουγγρικά - rüh, a rüh, rühesség, rühösség, scabies
- ωάριο στα ουγγρικά - petefészek, petesejt, ovum, petesejtet, petesejtgyűjtő
- ωκεανός στα ουγγρικά - óceán, óceánban, óceánra, az óceán, ocean
- ωμός στα ουγγρικά - feldolgozatlan, finomítatlan, zord, mosatlan, kikészítetlen, nyers, a nyers, ...
Τυχαίες λέξεις
Ωθώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: súgás, haladéktalan, lökés, nyomja, tolja, nyomógomb, lökést
Μεταφράσεις: súgás, haladéktalan, lökés, nyomja, tolja, nyomógomb, lökést