Ωθώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: ωθώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prompt, apăsați, apăsare, împinge, împingere, Apasă
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωθώ
καθώς συνώνυμα, ωθώ english, ωθώ συνώνυμα, ωθώ λεξικο, ωθώ στα αγγλικά, ωθώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ωθώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ψώρα στα ρουμανικά - scabie, scabies, scabiei, scabia, râie
- ωάριο στα ρουμανικά - ovar, ovul, ovulului, ovulul, ovule, ovum
- ωκεανός στα ρουμανικά - ocean, oceanului, oceanelor, oceanul, spre ocean
- ωμός στα ρουμανικά - primitiv, brut, sensibil, crud, prime, primă, prima
Τυχαίες λέξεις
Ωθώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: prompt, apăsați, apăsare, împinge, împingere, Apasă
Μεταφράσεις: prompt, apăsați, apăsare, împinge, împingere, Apasă