Αψίκορος στα λιθουανικά
Μετάφραση: αψίκορος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apsikoros
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αψίκορος
αψίκορος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αψίκορος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αψίδα στα λιθουανικά - lankas, arka, kupolas, Arch, arkos, arkinių
- αψίδωση στα λιθουανικά - apsidosi
- αψηφώ στα λιθουανικά - paniekinti, paniekinimas, įžeidimas, užgauli pastaba, ignoravimas
- αψιμαχία στα λιθουανικά - susigrumti, susiginčyti, susišaudymas, kariauti nedidelėmis grupėmis, susiginčijimas
Τυχαίες λέξεις
Αψίκορος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: apsikoros
Μεταφράσεις: apsikoros