Αψίκορος στα ολλανδικά
Μετάφραση: αψίκορος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
apsikoros
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αψίκορος
αψίκορος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αψίκορος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αψίδα στα ολλανδικά - koepel, boog, toog, Arch, de Boog, De Boog van, boog van
- αψίδωση στα ολλανδικά - apsidosi
- αψηφώ στα ολλανδικά - trotseren, uittarten, tarten, uitdagen, afsnauwen, stompe, affront, ...
- αψιμαχία στα ολλανδικά - schermutseling, skirmish, schermutselingen
Τυχαίες λέξεις
Αψίκορος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: apsikoros
Μεταφράσεις: apsikoros