Δίπλωμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: δίπλωμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
diplomas, diplomą, diplomo, diploma
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δίπλωμα
δίπλωμα επαγγελματικής κατάρτισης εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών, δίπλωμα χαρτοπετσέτας, δίπλωμα αυτοκινήτου, δίπλωμα α2, δίπλωμα μοτοσυκλέτας, δίπλωμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δίπλωμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- δίοδος στα λιθουανικά - ištrauka, perėjimas, praėjimas, kanalas, pasažas
- δίπλα στα λιθουανικά - šalia, prie, be, greta, ties
- δίσκος στα λιθουανικά - rekordas, albumas, padėklas, diskas, disko, diskų, diską, ...
- δίχτυ στα λιθουανικά - tinklelis, pelnas, tinklas, internetas, neto, grynasis, grynoji, ...
Τυχαίες λέξεις
Δίπλωμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: diplomas, diplomą, diplomo, diploma
Μεταφράσεις: diplomas, diplomą, diplomo, diploma