Δίπλωμα στα πολωνικά
Μετάφραση: δίπλωμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dyplom, dyplomu, dyplomowy, diploma, dyplomy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δίπλωμα
δίπλωμα επαγγελματικής κατάρτισης εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών, δίπλωμα χαρτοπετσέτας, δίπλωμα αυτοκινήτου, δίπλωμα α2, δίπλωμα μοτοσυκλέτας, δίπλωμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, δίπλωμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- δίοδος στα πολωνικά - ulica, magistrala, ciąg, przejazd, przejście, arteria, upływ, ...
- δίπλα στα πολωνικά - razem, wzdłuż, przy, oprócz, obok, się obok
- δίσκος στα πολωνικά - rejestr, doliczać, ewidencjonować, protokół, nagrać, spisywać, spis, ...
- δίχτυ στα πολωνικά - żałość, kratownica, czysty, zawikłać, żal, ruszt, nieszczęście, ...
Τυχαίες λέξεις
Δίπλωμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dyplom, dyplomu, dyplomowy, diploma, dyplomy
Μεταφράσεις: dyplom, dyplomu, dyplomowy, diploma, dyplomy