Ευκαμψία στα λιθουανικά
Μετάφραση: ευκαμψία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lankstumas, lankstumo, lankstumą, taikyti lankstumo, lanksčiai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευκαμψία
ευκαμψία ευλυγισία, ευκαμψία ορισμός, κηρώδης ευκαμψία, ευκαμψία συνώνυμα, ευκαμψία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ευκαμψία στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ευκάλυπτος στα λιθουανικά - eukaliptas, Eucalyptus, eukalipto, eukaliptų, eukaliptai
- ευκαιρία στα λιθουανικά - laimė, proga, galimybė, sėkmė, atsitiktinumas, galimybę, galimybės, ...
- ευκατάστατος στα λιθουανικά - turtingas, pasiturintiems, pasiturintys, neblogėja, pasiturinčių, prastės
- ευκολία στα λιθουανικά - palengvinti, sumažinti, lengviau, palengvins, palengvintų
Τυχαίες λέξεις
Ευκαμψία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lankstumas, lankstumo, lankstumą, taikyti lankstumo, lanksčiai
Μεταφράσεις: lankstumas, lankstumo, lankstumą, taikyti lankstumo, lanksčiai